Αίγινα ποδαράτη: Πεζοπορία στο λατρεμένο νησί - Ανακαλύψτε τον μυστικό & «ιερό» τόπο του

Περπατήσαμε από την Παχιοράχη ως τον Αρχαίο Ελαιώνα, το Σφεντούρι, το Δρακόσπιτο και το Όρος και μας αποκαλύφθηκε ο πιο μυστικός και «ιερός» τόπος του νησιού. 

 

Διατηρώντας την ονομασία της από τα αρχαία χρόνια, η Αίγινα στέκεται ακριβώς στο κέντρο του Σαρωνικού Κόλπου, δεσπόζοντας στους θαλάσσιους δρόμους ανάμεσα Στερεάς, Πελοποννήσου, Κυκλάδων και Κρήτης. Σήμερα, η θέση αυτή την έχει αναγάγει σε αναπτυσσόμενη πόλη-προάστιο του Πειραιά και της Αθήνας και δημοφιλές παραθεριστικό κέντρο. Πίσω όμως από την όμορφη νεοκλασική πρόσοψη της πόλης, η άναρχη οικοδομική ανάπτυξη και η χωρίς ταυτότητα ανέγερση παραθεριστικών κατοικιών, πληγώνουν ανεπανόρθωτα το αιγινήτικο τοπίο.

Χρειάζεται να προχωρήσει κανείς προς το εσωτερικό του νησιού, μακριά από τα πολυσύχναστα σημεία του λιμανιού, της Σουβάλας, της Αγίας Μαρίνας και του προσκυνήματος του Αγ. Νεκτάριου, που κατακλύζονται από κόσμο ειδικά τα Σαββατοκύριακα, για να ανακαλύψει ένα γοητευτικό τόπο, διάσπαρτο από αρχαία μνημεία και παραδοσιακούς οικισμούς. Όμως, εάν θέλεις να εισχωρήσεις στον πιο μυστικό και «ιερό» τόπο του νησιού, εκεί όπου ο χρόνος μοιάζει να ακινητεί σ’ ένα αδιατάρακτο πανάρχαιο φυσικό τοπίο, πρέπει να περπατήσεις ανάμεσα στους σιωπηλούς ορεινούς όγκους και στα ξεχασμένα μονοπάτια που χορταριάζουν στη σκιά της πυραμίδας του Όρους, του ψηλότερου βουνού της Αίγινας.

Σημείο εκκίνησης για να βιώσεις αυτή την εμπειρία, είναι η Παχιά Ράχη ή Παχιοράχη. Ένα όμορφο ορεινό χωριό χτισμένο σε μια απότομη πλαγιά πάνω από τον Μαραθώνα, με πετρόκτιστα σπίτια ( αρκετά έρημα και εγκαταλειμμένα ) και πλακόστρωτα καλντερίμια. Ως τα μέσα του 20ού αιώνα η Παχιοράχη ήταν το μεγαλύτερο και σημαντικότερο χωριό της περιοχής και οι κάτοικοί του ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.

Δύο εντυπωσιακές εκκλησίες του 19ου αιώνα, στέκουν μάρτυρες της παλιάς ακμής της. Παλαιότερη η μικρή εκκλησία των Ταξιαρχών, χτισμένη στα 1809 και μεγαλύτερη ( για να χωρά το εκκλησίασμα ) αυτή του Αγίου Διονυσίου, που θεμελιώθηκε στα 1813 και τελείωσε στα 1864. Μετά το 1950 η εσωτερική μετανάστευση προς Μαραθώνα, Αθήνα, Πειραιά και φυσικά την πόλη της Αίγινας, ερήμωσε το χωριό. Σήμερα, αρκετοί Έλληνες και ξένοι παραθεριστές, αγόρασαν και αναπαλαίωσαν πολλά παλιά σπίτια, διασώζοντας την παραδοσιακή φυσιογνωμία του. 

 
Η πορεία ξεκινά λίγο πριν την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, καθώς στρίβουμε αριστερά σε πάροδο ακολουθώντας την ένδειξη Ελαιώνας μιας ξύλινης πινακίδας. Με λίγο ψάξιμο ανάμεσα στις παλιές πεζούλες με σκόρπια ελαιόδεντρα, θα συναντήσουμε το μονοπάτι να κατηφορίζει προς τη ρεματιά που διακρίνεται χαμηλά. Αφού διασχίσουμε τις κοτρώνες της κοίτης, το μονοπάτι μας απομακρύνει ομαλά από τη ρεματιά μέσα από πουρνάρια, μυρτιές και άλλα τυπικά είδη της μεσογειακής μακίας, ανάκατα με άγριες ορχιδέες του γένους Serapias. 

Γύρω στα 20΄ από την Παχιοράχη, το τοπίο αρχίζει να ανοίγει και στο βάθος δεξιά μας διακρίνεται ο Μαραθώνας με τη θάλασσά του. Καθώς συναντούμε την αρχή ενός χωματόδρομου και προσπερνάμε μια έρημη πια στάνη με την κατοικία του βοσκού και τα πετρόχτιστα μαντριά, ένας αναπάντεχος τόπος, σπάνιας ομορφιάς ανοίγεται μπροστά μας. Ο αρχαίος Ελαιώνας της Αίγινας.

Μια μικρή απομονωμένη κοιλάδα στους δυτικούς πρόποδες του Όρους, χαρακωμένη από τους χείμαρρους και τις νεροσυρμές των γύρω βουνών, με διάσπαρτες αιωνόβιες ελιές, απομεινάρια του μεγάλου ελαιώνα που υπήρχε παλαιότερα στο σημείο αυτό. Φυτρωμένες αραιά στο επίπεδο έδαφος,  ανάμεσα σε εγκαταλειμμένα από πολλά χρόνια χωράφια, με τους ξασπρισμένους κορμούς τους να σχηματίζουν εντυπωσιακά ανάγλυφα, τις τεράστιες ρίζες συχνά να προεξέχουν πάνω από το έδαφος, τα παμπάλαια κλαριά, αλλά και τους νεαρούς βλαστούς με τα λαδοπράσινα φύλλα στις κορφές, οι ελιές αυτές αποτελούν πραγματικά μνημεία της φύσης.

Με απαραίτητη τη στάση στο ξωκλήσι της Αγίας Τριάδας με την παλιά δεξαμενή και τις λαξευμένες ποτίστρες, αξίζει να περιηγηθεί κανείς ανάμεσα σε αυτά τα γιγάντια δέντρα, που επιβίωσαν μέχρι τις μέρες μας χάρη στην προστασία των γύρω βουνών και της απομονωμένης γεωγραφικής τους θέσης. Επίσημα στοιχεία για την  ηλικία  τους δεν υπάρχουν. Εμπειρικές εκτιμήσεις πιθανολογούν ότι   κάποιες  από αυτές είναι άνω των 500 ή και 1000 ετών και οι παλαιότερες  ίσως και 1500 ετών. Σύμφωνα με επιστημονικές μετρήσεις, μόνο η επιφάνεια του κορμού τους έχει ηλικία πάνω από 400 χρόνια.

Αφήνοντας το απόκοσμο τοπίο του Ελαιώνα, διασχίζουμε το οροπέδιο με νότια κατεύθυνση προς το χωριό Σφεντούρι. Έχοντας πάντα αριστερά μας τον επιβλητικό όγκο του Όρους, περνάμε στο πλάι της βραχώδους κορφής Ράικου και βγαίνουμε σε μικρό διάσελο αντικρίζοντας το άσπρο ενός ξωκλησιού να σπάει την πράσινη μονοτονία της απέναντι πλαγιάς. Το μονοπάτι περνά ένα μικρό ξερόρεμα και ανηφορίζει με όμορφη θέα δεξιά μας προς την Πέρδικα,  το νησάκι Μονή, το Αγκίστρι και τα βουνά της Αργολίδας.

Σε 40΄ περίπου από τον Ελαιώνα, φτάνουμε σε μικρό πλάτωμα, με λίθινες ποτίστρες και μια σκαμμένη στο έδαφος ανοικτή στέρνα με νερό και πρανή από πέτρες και ογκόλιθους, την Αχλάδα ή Δρακοσουβάλα όπως την ονομάζουν οι ντόπιοι. Το νότιο τμήμα της Αίγινας είναι άνυδρο με ελάχιστες πηγές, γι’ αυτό οι κάτοικοι έφτιαχναν τέτοιες δεξαμενές, τις σουβάλες, που λειτουργούσαν ως ταμιευτήρες του βρόχινου νερού για να υδρεύονται αυτοί και τα ζώα τους. Μικρή στάση για την εξαιρετική θέα προς τη δυτική ακτογραμμή του νησιού.

Από την Δρακοσουβάλα, καλογραμμένο μονοπάτι φεύγει ανατολικά με κατεύθυνση το Όρος, όμως εμείς συνεχίζουμε δυτικά στο μονοπάτι προς Σφεντούρι. Μετά από λίγα λεπτά βγαίνουμε σε ανεμοδαρμένο διάσελο πατώντας τις χορταριασμένες πέτρες ενός αλωνιού, που στέκει ξεχασμένο και έρημο στο διάβα του μονοπατιού. Δεξιά μας, προς τα δυτικά, το ξωκλήσι του Αγ. Δημητρίου αγναντεύει από ψηλά Αργοσαρωνικό και Πελοπόννησο. 

Από το αλώνι, ένα αχνό μονοπάτι με ΝΔ κατεύθυνση μας ανεβάζει προς το Δρακόσπιτο της Αίγινας. Εάν συνεχίσουμε ευθεία με νότια κατεύθυνση το λιθόστρωτο σε μερικά σημεία μονοπάτι μας οδηγεί σε λίγα λεπτά στο χωριό Σφεντούρι, αφού πρώτα περάσουμε από το εντυπωσιακό ξωκλήσι του Αγίου Νικολάου. Το Σφεντούρι, παλιός αγροτικός και κτηνοτροφικός οικισμός που έχτισαν ντόπιοι τσοπαναραίοι, στέκει στα 247 μ. υψόμετρο με αρκετά πλέον νέα και καλαίσθητα σπίτια και πολύ όμορφη η θέα προς τις νότιες ακτές του νησιού. 

Λίγο πριν το μονοπάτι βγει στον τσιμεντόδρομο, στρίβουμε σχεδόν 360ο και με βορινή κατεύθυνση ανεβαίνουμε ελεύθερα χωρίς ορατό μονοπάτι ανάμεσα σε εγκαταλειμμένες πεζούλες. Δρασκελούμε μισογκρεμισμένες ξερολιθιές, πατώντας ασυναίσθητα τον συμπυκνωμένο μόχθο πολλών γενεών να συγκρατήσουν το χώμα από τη διάβρωση, δημιουργώντας μικρές λωρίδες καλλιεργήσιμης γης.  

Διασχίζουμε ένα εντελώς χειροποίητο νησιωτικό τοπίο που εκφράζει την περιβαλλοντική σοφία των μικρών κοινωνιών της αυτάρκειας και της επιβίωσης. Η Αίγινα κυρίως στο νότιο και ανατολικό τμήμα της, διατηρεί ακόμη αρκετές τέτοιες αναβαθμίδες, όπου εκτός από τις ελιές που επιβιώνουν μέχρι σήμερα, παλιότερα υπήρχαν πολλά αμπέλια και καλλιέργειες δημητριακών. 

Με μικρή ταλαιπωρία θα βγούμε σε λίγα λεπτά σε ποιο ανοικτό μέρος κάτω από ένα ψήλωμα, βλέποντας στο βάθος την κορφή του Όρους. Παρακάμπτοντας την κορφούλα από δεξιά, απέχουμε λίγες δεκάδες μέτρα από μικρό αυχένα όπου εδώ και αιώνες «βιγλίζει» το περίφημο δρακόσπιτο της Αίγινας.


Χωμένο μέσα στη γη, απόλυτα προσαρμοσμένο με το περιβάλλον και με μεγάλες πλάκες να χρησιμοποιούνται για στέγη, το δίκλιτο δρακόσπιτο της Αίγινας, όπως και τα άλλα δρακόσπιτα του ελληνικού χώρου, κατατάσσεται στις «μεγαλιθικές» κατασκευές. Από τα πλέον «δυσερμήνευτα» κτίσματα της αρχαιότητας, καθώς πλήθος θεωριών έχουν διατυπωθεί για τη χρήση, το σκοπό, την κατασκευή και τη χρονολόγηση τους. Νεώτερες επιστημονικές έρευνες, οδηγούν στο συμπέρασμα  πως πρόκειται για αρχαία ιερά του Δία, της Ήρας ή του Ηρακλή. 


Καταφύγια βοσκών τους τελευταίους αιώνες,  που εντυπωσιασμένοι από το μέγεθος των γιγάντιων πλακών, τα θεωρούσαν έργα υπερανθρώπων, κυκλώπων και κατοικίες δράκων. Γι’ αυτό και καταγράφηκαν στη λαϊκή παράδοση ως «δρακόσπιτα». Τέτοιες ιστορίες μας διηγείται και ο Σώζος, κτηνοτρόφος από το Σφεντούρι,  καθώς όλοι μαζί, πατώντας στη στέγη του δρακόσπιτου,  απολαμβάνουμε την απρόσκοπτη θέα προς τα νότια και δυτικά. 

Μπροστά μας τώρα ορθώνεται το Ελλάνιο όρος ή σκέτο Όρος όπως συνηθίζουν να το λένε οι ντόπιοι. Τόπος ιερός, αφού από τους αρχαίους χρόνους  συνδέεται με τη λατρεία του βροχοποιού Δία. Σ’ αυτόν προσευχήθηκε ο Αιακός, μυθικός πρώτος Αιγινήτης βασιλιάς, ζητώντας να λήξει την μακρόχρονη ανομβρία που επικρατούσε  στην Ελλάδα. Και οι  θεοί έστειλαν την βροχή πριν ακόμα τελειώσει την προσευχή του ο βασιλιάς, για να βγει ο χρησμός της Πυθίας αληθινός και οι αρχαίες δοξασίες να υφανθούν.  

Και εκείνος έχτισε ένα ιερό για να τιμήσει τον πατέρα όλων των Ελλήνων, τον Ελλάνιο Δία. Ένας αρχαίος βωμός για τις ευχαριστήριες θυσίες. Όταν οι αρχαίοι θεοί ξεθώριασαν, τα ιερά  δεν άντεξαν στη μανία του χρόνου και των ανθρώπων. Σήμερα στην κορφή του Όρους, υπάρχει το ξωκλήσι της Ανάληψης, που αναφέρεται από τους περιηγητές ήδη από το 19ο αιώνα. Από τον αρχαίο μύθο διασώθηκε μέχρι τον καιρό μας η λαϊκή δοξασία πως, όταν η κορυφή του Όρους σκεπαστεί με σύννεφα θα βρέξει.

Αυλακωμένο από τα νερά, ανηφορικό μονοπάτι μας οδηγεί προς την κορφή. Βαδίζουμε στα χνάρια χιλιάδων προσκυνητών που εδώ και αιώνες ανέβαιναν στην κορφή για να τιμήσουν αρχαίους και νέους θεούς. Δυόμιση χιλιόμετρα πάνω από τα κεφάλια μας ένα παχύ στρώμα από υπόλευκους υψισωρείτες ( altocumulus ) μας προστατεύει ευεργετικά από τις ακτίνες του ήλιου.

Σε 40΄ περίπου βγαίνουμε κατάκορφα στο εκκλησάκι της Ανάληψης. Γιορτάζει πάντοτε 39 ημέρες μετά το Πάσχα. Το προηγούμενο βράδυ ανάβουν μια μεγάλη φωτιά με ξερόκλαδα που φαίνεται από μακριά και συμβολίζει την Ανάληψη του Κυρίου στον ουρανό. Όσοι αντέξουν στο ολονύκτιο γλέντι, θα απολαύσουν το χάραμα από το πιο ψηλό σημείο του νησιού.

Η θέα από τα 531 μ. υψόμετρο της κορφής είναι μαγευτική. Όλος ο Σαρωνικός, τα νησιά και οι γύρω στεριές μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι. Για όσους έχουν το χρονικό περιθώριο, συνιστάται η διανυκτέρευση. Για τους υπόλοιπους, το μονοπάτι της κατάβασης είναι μονόδρομος. Μόλις συναντήσουμε τη διακλάδωση, στρίβουμε δεξιά στο μονοπάτι, τραβερσάροντας τη δυτική πλαγιά του Όρους μέσα από πετρώδες πεδίο, με πυκνή σήμανση από κόκκινα σημάδια και κούκους. Σε 40΄ περίπου, θα ξαποστάσουμε πλάι στα ακίνητα νερά μιας μικρής σουβάλας στη θέση ‘’Σφυρίχτρες’’, δίπλα στον εντυπωσιακό ναό των Ταξιαρχών.

Κτισμένος πάνω στα ερείπια αρχαίου ειδωλολατρικού ιερού που βρισκόταν στην ίδια θέση, ο ναός των Ταξιαρχών πιθανότατα αποτελούσε το καθολικό μονής του Αγίου Νικολάου, που σήμερα δεν υπάρχει. Ο ναός είναι σταυροειδής με τρούλο από υλικό σε δεύτερη χρήση, προερχόμενο από τα παρακείμενα ελληνιστικά ερείπια. Δίπλα στο ναό σώζεται ένας τοίχος από τους Ελληνιστικούς χρόνους και μια πέτρινη σκάλα. Στο πάνω μέρος της σκάλας υπάρχει ένας επίπεδος χώρος επάνω στον οποίο είχε κτιστεί το ιερό του Ελλάνιου Δία.    
 

Από το ναό των Ταξιαρχών συνεχίζουμε προς την άσφαλτο που συνδέει το Ανίτσαιο με την Παχιά Ράχη. Στην αρχή ακολουθούμε μονοπάτι, αλλά μετά ελεύθερα μέσα από πεδίο με λίγες ελιές, πουρνάρια και αγκαθωτούς θάμνους, με κατεύθυνση πάντα την άσφαλτο, στην οποία φθάνουμε σε 15΄ περίπου. Το «ιερό» πεδίο του Ελλάνιου Όρους απλώνεται πια πίσω, στα χνάρια της διαδρομής που διανύσαμε.     

Βαδίζοντας στην άσφαλτο και λίγο πριν φθάσουμε στην Παχιά Ράχη, θα συναντήσουμε στα αριστερά του δρόμου τις εγκαταστάσεις του Ελληνικού Κέντρου Περίθαλψης Αγρίων Ζώων ( ΕΚΠΑΖ ) που βρίσκονται εδώ από το 1980 ( όταν και μεταφέρθηκαν από τον χώρο του παλαιού ορφανοτροφείου στην πόλη της Αίγινας ). 

Μετά από 15 λεπτά πορεία στην άσφαλτο, με όμορφες εικόνες προς τη μικρή χερσόνησο της Πέρδικας και το νησάκι Μονή, είμαστε στο σημείο εκκίνησης στη Παχιά Ράχη, κλείνοντας ένα μεγάλο κύκλο στη καρδιά της ορεινής Αίγινας. Κοιτάζοντας ακόμη μια φορά πίσω, βλέπουμε το Όρος με τον στιβαρό του όγκο να κυριαρχεί στον ορίζοντα. Γκριζόχρωμα σύννεφα αιωρούνται τώρα πάνω από το ξωκλήσι της Ανάληψης,  που το λευκό του μόλις διακρίνεται στη μύτη της κορφής.

Μάλλον θα βρέξει …

Χαρακτηριστικά διαδρομής : Παχιοράχη – Αρχαίος Ελαιώνας – Σφεντούρι – Δρακόσπιτο – Όρος ( 531 μ. ) – Ταξιάρχες – Παχιοράχη.
Μήκος: 9 -10 χλμ. 
Διάρκεια διαδρομής: 5 ώρες περίπου, με στάσεις.
Ιδανική εποχή: Απρίλιος – Μάιος και Σεπτέμβριος – Νοέμβριος.
Σήμανση: Ικανοποιητική στο μεγαλύτερο τμήμα της διαδρομής με κόκκινα σημάδια, πετροσωρούς ( κούκους ) και ξύλινες πινακίδες κατεύθυνσης. Η έλλειψη δάσους και ο όγκος του Όρους βοηθούν στον προσανατολισμό στα σημεία όπου το μονοπάτι δεν είναι εμφανές.
Απαραίτητος εξοπλισμός: Αρβύλες πεζοπορίας ( λόγω του πετρώδους εδάφους ), μακρύ παντελόνι, καπέλο και νερό ( δεν υπάρχουν πηγές σε όλο το μήκος της διαδρομής ).
Χάρτης: Ανάβαση, Topo Islands 10.00, 1:25.000, συμβατός με GPS.

Πηγή: Athinorama.gr

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ