Ο Στέλιος Μάινας μιλά για την «Αντιγόνη» του Ανούιγ: "Μια αναίτια σύγκρουση με μηδενική αφορμή"

Καθώς η περιοδεία της "ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ" του Ζαν Ανούιγ συνεχίζεται στη Αθήνα και ο Στέλιος Μάινας εκφράζει τις σκέψεις του πάνω στο έργο στο οποίο πρωταγωνιστεί.

H ΑΝΤΙΓΟΝΗ του Ανούιγ, σε σκηνοθεσία της Ελένης Ευθυμίου, πραγματεύεται τον αρχέγονο μύθο που ουσιαστικά ξεκινάει από τον Σοφοκλή. Η βασική θεματολογία, ο κεντρικός του άξονας, δεν είναι παρά η σύγκρουση με την εξουσία για αίτια που φαινομενικά είναι απολύτως διαχειρίσιμα. Θα λέγαμε λοιπόν ότι παρακολουθούμε μια αναίτια σύγκρουση με μηδενική αφορμή. Από τη μεριά της Αντιγόνης η σημαντικότητα του γεγονότος, το να θάψει δηλαδή τον αδελφό της, δημιουργεί μια υπέρβαση. Πόσο μπορούν οι άνθρωποι να είναι υπερβατικοί άραγε;

Διαβάζοντας το έργο, σκέφτομαι διάφορα ιστορικά γεγονότα, όπως την έξοδο του Μεσολογγίου, που ήταν μια κατ’ ουσία αυτοκτονική πρόθεση, την οποία όμως επέλεξαν αυτοί οι άνθρωποι σε συνθήκες πίεσης. Μπορεί η υπέρβαση αυτή να είναι ένα δείγμα μιας εσωτερικής επανάστασης του ατόμου;

Στο έργο αυτό δεν μιλάει για συλλογική επανάσταση, μιλάει για έναν και μόνο άνθρωπο που έρχεται σε αντίθεση με όλους, δεν επαναστατεί εναντίον της εξουσίας επιφανειακά, αλλά εναντίον του ανθρώπινου νόμου, επιλέγοντας το νόμου του Θεού.

Η διαφορά με τη σοφόκλεια τραγωδία είναι ότι ο Ανούιγ βγάζει το Θεό από τη μέση, δεν υπάρχει εδώ το Ανώτερο Ον, αλλά στέκεται στην αντιπαράθεση του ανθρώπου, ως μονάδα, με την εξουσία. Κι ενώ η εξουσία, δηλαδή ο Κρέων, προσπαθεί να διαχειριστεί το πρόβλημα θάβοντας την αιτία του, η Αντιγόνη επιμένει και δεν επιδέχεται τις ενδιάμεσες λύσεις που της προσφέρει, την συγκάλυψη ουσιαστικά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αφού η Αντιγόνη έχει τελέσει την ταφή, της λέει ο Κρέοντας: «Πήγαινε στο δωμάτιο σου, κλείσε τα παράθυρα και να κάνεις σαν να μην συμβαίνει τίποτα, εγώ θα εξαφανίσω τους μάρτυρες». Είναι έτοιμη η εξουσία λοιπόν, ακόμα και να εξαφανίσει ανθρώπους, σαν να μην υπήρξαν ποτέ, για να προστατεύσει την Πολιτεία.

Ας μην ξεχνάμε το ιστορικό πλαίσιο όπου γράφεται το έργο αυτό: το Παρίσι βρίσκεται υπό την κατοχή των Γερμανών. Ο Πετέν, ο εθνικός ήρωας , ο «πατερούλης» όπως τον αποκαλούσαν συνεργάζεται μαζί τους. Λίγο χρόνια αργότερα έχουμε τον Γαλλικό Μάη, οι, οι σουρεαλιστές ήδη κάνουν βόλτες στην Μονμάρτρη. Η σύγχρονη διαχείριση της ευρωπαϊκής ιδέας άλλωστε, ξεκινάει κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Ανούιγ έβλεπε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν είναι τυχαίο ότι θεωρείται προάγγελος του σουρεαλισμού στο θέατρο, παρόλο που φαινομενικά η γραφή του είναι ρεαλιστική. Πολλοί μελετητές ισχυρίζονται ότι αυτό το έργο προοιωνίζει το θέατρο του παραλόγου. Σίγουρα πάντως κατάλαβε την ουσία της τραγωδίας του Σοφοκλή κι ενώ γράφει ένα έργο, που εύκολα θα ονόμαζε κανείς «δράμα», στην πραγματικότητα δημιουργεί μια σύγχρονη πολιτική τραγωδία.

Ο Ανούιγ μάλιστα κατηγορήθηκε, επειδή σε πρώτο επίπεδο φαίνεται πως δίνει στον Κρεόντα δίκιο, όμως η δική του ανάγνωση πάνω στο μύθο είναι δύσβατη και άρα πιο ουσιαστική. Έρχεται να διαψεύσει το μοτίβο που όλοι μας επικαλούμαστε, ότι τάχα δεν αποφασίζουμε εμείς, αλλά η εξουσία. Ο Ανούιγ λέει ότι δεν είμαστε υποχείρια, αλλά συνένοχοι, έχουμε μερίδιο ευθύνης για την εξουσία που μας ασκείται, μεγαλύτερο ίσως από αυτούς που την ασκούν.

Η ουσία κατ’ εμέ της «Αντιγόνης» αυτής, είναι πόσο πραγματικά έχει αξία η προσωπική υπέρβαση. Κι αν ακόμα δεν την μάθει κανείς αυτή την υπέρβαση - γιατί ίσως ο θάνατος της Αντιγόνης να περάσει στα ψιλά- να είναι αυτή η πράξη ένα στίγμα για την πρόοδό μας. Το δε επαναστατικό στην όλη υπόθεση είναι ότι αυτό το κορίτσι, δεν έχει μια εμφανή αντίθεση με την εξουσία, πέρα από το γεγονός της ταφής του αδερφού της. Όμως αυτό το γεγονός συμβαίνει σε μια πόλη που έχει βγει από έναν εμφύλιο όπου κανείς δεν είναι νικητής, γιατί στους εμφύλιους υπάρχουν μόνο νικημένοι.

Η Αντιγόνη είναι ένας αντιήρωας μέσα σε ένα περιβάλλον που δεν είναι υπέρ της και κάνει την ηρωική της πράξη, ακόμα κι αν δεν έχει καμία ανταπόκριση. Η συμβολικότητα της κίνησης της που την πληρώνει με τη ζωή της, έχει σημασία.

Το μέγα ερώτημα είναι η στάση του Κρέοντα κι αν τελικά έχει κι αυτός το δικό του δίκιο. Στον Ανούιγ σε αντίθεση με τον Σοφοκλή, ο Κρέων είναι απλώς διαχειριστής της εξουσίας. Μιας εξουσίας μάλιστα που δεν ήθελε και δεν επεδίωξε. Εκείνος θα προτιμούσε να διαβάζει ένα σπάνιο βιβλίο, να ακούει τούς δίσκους του και να κάνει τις βόλτες του στον Σηκουάνα. Όμως θα ένιωθε λιποτάκτης αν δεν αναλάμβανε την ευθύνη της πόλης. Γίνεται λοιπόν εξ ανάγκης διαχειριστής.

Τι ευθύνη έχει όμως αυτός ο διαχειριστής; 
Στο φινάλε του έργου, βρίσκεται ανάμεσα σε τρία πτώματα- της Αντιγόνης, του γιου του και της γυναίκας του. Τότε του λέει ο βοηθός, ότι έχουν συμβούλιο κι εκείνος απαντάει: «Αφού έχουμε συμβούλιο, πρέπει να πάμε στο συμβούλιο». Ακολουθεί την πορεία της εξουσίας που του ανατέθηκε, καταργώντας τον ανθρώπινο παράγοντα.

Όμως η διαχείριση της εξουσίας υπάρχει μόνο γα να εξυπηρετεί τον άνθρωπο, ο άνθρωπος είναι πάνω από τις όποιες εξουσίες. Κι αν αυτό δεν γίνει αντιληπτό από όσους τη ασκούν, αλλά κι όσους την επιλέγουν, τότε απλώς καταλήγουν έρμαιά της.

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ