Η συναρπαστική ζωή του ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη: Πώς ανακάλυψε το χαβιάρι & έγινε ζάμπλουτος

Πειρατής, στρατιωτικός, έμπορός και ευεργέτης. Ο Ιωάννης Βαρβάκης κατάφερε με την ιδιοφυία του να γράψει το όνομά του στην ιστορία.

* Με αφορμή την επέτειο από τον θάνατό του, στις 10 Ιανουαρίου 1825 

Ο γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου, ο εθνικός ευεργέτης Ιωάννης Βαρβάκης γεννήθηκε στα Ψαρά στις 24 Ιουνίου του 1745. Ο πατέρας του ήταν σπουδαίος καραβοκύρης. Ο μικρός Γιάννης ήταν γύρω στα οκτώ όταν ο πατέρας του άρχισε να του μαθαίνει τα της ναυτιλίας και στα δέκα του ήξερε κιόλας να πυροβολεί με πιστόλι τουφέκι και να χρησιμοποιεί το κανόνι του καραβιού. 

Το «Βαρβάκης» το οφείλει στο παρατσούκλι με τον οποίο τον φώναζαν οι παιδικοί του φίλοι. Βαρβάκια ονομάζουν στα Ψαρά ένα είδος γερακιού. Και το βλέμμα του ταίριαζε πολύ με τα μεγάλα και πολύ αυστηρά μάτια του νεαρού υιού Λεοντή.

Στα 15 του, ο πατέρας του τον έβαλε, «παρτσινέβελο» (μεριδιούχο) στο πλοίο του και στα 18 του ναυπήγησε την πρώτη γαλιότα. Ήταν μια εποχή, πριν την περίφημη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, όπου κανένας δεν μπορούσε να κυκλοφορεί στο Αιγαίο χωρίς την Τουρκική άδεια, αποφάσισε να στραφεί στην πειρατεία, όπως το σύνολο των Ψαριανών.

Στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο πήρε μέρος σαν κυβερνήτης πυρπολικού, ενώ κατά τα Ορλωφικά (1770) συντάχθηκε με τα στρατεύματα της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας. Μάλιστα για τον πόλεμο εκποίησε ολόκληρη την περιουσία του. Όμως η συνθήκη ειρήνης τον πρόλαβε πριν αναλάβει δράση και αναγκάστηκε να συνεχίσει την εμπορική και πειρατική του δραστηριότητα. 

Επικηρυγμένος πειρατής, έβαλε πλώρη για την Κωνσταντινούπολη. Το πλοίο του όμως κατασχέθηκε, ο ίδιος βρέθηκε μπλεγμένος με τις αρχές και εκδιώχθηκε. Χωρίς δραχμή στην τσέπη, αποφάσισε να ζητήσει ακρόαση από την Αικατερίνη της Ρωσίας. Στην Αγία Πετρούπολη συνάντησε τον Ποτέμκιν, εραστή της Αικατερίνης, ο οποίος μεσολάβησε ώστε η Τσαρίνα να τον δεχθεί.  Και η Αικατερίνη αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη, δίνοντάς του ένα πουγκί με 10.000 χρυσά ρούβλια και μια άδεια απεριόριστης και αφορολόγητης αλιείας στην Κασπία.

Και αυτή η συνάντηση έμελλε να αλλάξει  για τα καλά την τύχη του. Μέσα σε πολύ λίγο χρόνο, με όπλα τη νοημοσύνη του και τη δραστηριότητά του, κέρδισε πολλά. Οργάνωσε σε καλύτερη βάση τις επιχειρήσεις του, αγόρασε ένα ιδιαίτερα μεγάλο και πλούσιο ψαρότοπο στον Βόλγα, τον Ικριάνογε, αγόρασε, ακόμη, και τρία νησιά, ως δική του ιδιοκτησία, που βρίσκονταν στην Κασπία Θάλασσα. Είχε δικά του τέσσερα καράβια. Επειδή το ψάρι ήταν άφθονο και η συντήρησή του, για να πουλιέται φρέσκο, ήταν πολύ δύσκολη. επιδόθηκε στην κατασκευή διαφόρων ταριχευτών ειδών (καπνιστών. παστών κ.λ.π.), τα οποια ήταν δυνατόν να γίνουν εμπορεύσιμα σε όλη τη χώρα. Η μεγαλύτερη όμως επιτυχία του ήταν ασφαλώς η αvακάλυψη του Χαβιαριού και του τρόπου διατήρησης του.

Πώς έγινε αυτό; Κάποια μέρα ο Βαρβάκης, καθώς έκανε την συνήθη περiπατό του στην όχθη του Βόλγα, είδε ένα μουζίκο, καθισμένο στην ακροποταμιά, να τρώγει με βουλιμία μια παράδοξη στη μορφή (το χρώμα της ήταν μαύρο) και άγνωστη σε αυτόν τροφή. Τον πλησίασε και τον ρώτησε τι έτρωγε. Εκείνος απάντησε: 'Ικρά' (έτσι λέγεται το χαβιάρι ρωσικά) και του έδωσε να δοκιμάσει. Εκείνος έφαγε και το βρήκε νοστιμότατο έδεσμα. Τότε ρώτησε από που προέρχεται. 'Εμαθε, λοιπόν, πως ο βόλγας και οι παραπόταμοι του, καθώς και οι γύρω λίμνες, ήταν γεμάτοι από Μπελούγκα, στουργιόνι, μουρούνα, λούτσους και οξύρρύγχους, που οι ωοθήκες τους ήταν γεμάτες με αυτή την εξαίρετη θρεπτική τροφή.

Η εξαγωγή άρχισε πρώτα στην Περσία, ακολούθησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και ύστερα στις άλλες χώρες. Έτσι δημιούργησε μια γερή επιχείρηση παρασκευής, συντήρησης και εξαγωγής χαβιαριού σε όλο τον κόσμο. 

Το χαβιάρι έγινε πασίγνωστο για τους καλοφαγάδες και ο ίδιος απόκτησε "μεγαλωτάτην περιουσίαν".

Ο Βαρβάκης, όμως, δεν αρκέστηκε στις οικονομικές επιτυχίες του, Στράφηκε και σε άλλες δραστηριότητες, κυρίως κοινωνικές. Και όχι μόνο στην Ρωσία αλλά και στην νεογέννητη Ελλάδα. Άλλωστε ο ίδιος ήταν ένας από τους βασικούς χρηματοδότες της Ελληνικής Επανάστασης. Στη διαθήκη του άφησε 1.000.000 ρούβλια κληροδότημα για την ίδρυση του Βαρβακείου Λυκείου, και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό Δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς. Με δική του δωρεά κατασκευάστηκε και η κλειστή αγορά της Αθήνας (Βαρβάκειος Αγορά)[2], ενώ επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό Καππαδοκίας, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. 
 
Στις 10 Ιανουαρίου του 1825, μια μέρα σαν τη σημερινή, η Ρωσία και η Ελλάδα που γεννιόταν αποχαιρετούσε τον μεγάλο τους ευεργέτη. 

* Οι φωτογραφίες προέρχονται από την ταινία του Ν. Σμαραγδή "Ο Θεός αγαπά το Χαβιάρι"

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ